Αλεξαντερ Πεϊν (Alexander Payne)

Επιμέλεια: Σύλβια Μπενάκη

Αλεξάντερ Πέιν (Alexander Payne) ή Αλέξανδρος Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος. Γεννηθείς το 1961 στην Ομάχα της Νεμπράσκα, αλλά προφανώς ελληνικής καταγωγής. Το βιογραφικό του περιλαμβάνει σπουδές στο Στάνφορντ, ένα μεταπτυχιακό στην Ισπανία, δύο Χρυσές Σφαίρες (¨Sideways¨, ¨About Schmidt¨), ένα βραβείο BAFTA ( ¨Sideways ¨) και δύο Όσκαρ (¨Sideways¨, The Descendants¨), ενώ έχει ιδιαίτερη αδυναμία στη συντήρηση ταινιών. To τελευταίο έργο του επιτυχημένου σκηνοθέτη ήταν το ¨Nebraska¨.  
Μέρος του Χόλιγουντ μεν, ωστόσο του ζητήθηκε να σχολιάσει τη mainstream  κουλτούρα του. «Θα μπορούσα να πω πολλά αρνητικά πράγματα, αλλά νομίζω θα ήταν αχαριστία και υποκρισία εκ μέρους μου, διότι είμαι κάποιος που μπορεί να κάνει τις ταινίες του. Αν δεν είχα αυτή τη δυνατότητα, τότε ναι, θα ήμουν απογοητευμένος και θυμωμένος. Οι Αμερικανοί σκηνοθέτες έχουν μεγάλη επίδραση στον παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη. Οι περισσότεροι, όμως, δεν κάνουν ταινίες καθαρά αμερικανικές, αλλά ¨καρτουνίστικες¨, που μπορούν εύκολα να πουληθούν και να καταναλωθούν παντού. Αλλά εμένα με ενδιαφέρει το εθνικό σινεμά. Οι ελληνικές ταινίες, για παράδειγμα, πρέπει να αφορούν τους Έλληνες, να μιλούν για ελληνικά θέματα και να δείχνουν ελληνικές. Ένας από τους λόγους για τους οποίους αγαπάμε το σινεμά, ξέρετε, είναι επειδή θέλουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας να καθρεφτίζεται σε αυτό. Όσο πιο συγκεκριμένη είναι μια ταινία τόσο περισσότερο παγκόσμια είναι τελικά.»
Το σύγχρονο αυτό σινεμά, αυτού του είδους η κουλτούρα έχει κάτι όμορφο και αισιόδοξο να δείξει; «Όχι, όχι. Δεν περνάει τέτοια μηνύματα δυστυχώς μια και είναι εγκλωβισμένη στο σύστημα το οποίο επιδιώκει να προσφέρει χάριν του θεάματος και του κέρδους σκηνές βίας. Όμως ο κόσμος έχει χορτάσει από αυτά.»
Στην κλασική ερώτηση, σχετικά με την εθνικότητά του, απαντά λακωνικά. «Νιώθω Αμερικανός, νιώθω Έλληνας, νιώθω γήινος Η ¨ποικιλία¨ αυτή, έχει κατά την άποψή του και τα υπέρ της. «Νομίζω είναι πολύ καλό για έναν καλλιτέχνη, ειδικά για έναν σκηνοθέτη, να έχει πολλαπλές ρίζες. Του επιτρέπει να είναι συμμετοχικός παρατηρητής των αντιθέσεων γύρω του και να μπορεί να βλέπει τα πράγματα από διαφορετικές οπτικές. Να ζει τις καταστάσεις, αλλά παράλληλα να διατηρεί και μια απόσταση από αυτές – κάτι που, τώρα που το σκέφτομαι, είναι απαραίτητο όχι μόνο στην τέχνη, αλλά και στη ζωή.» Από εκεί πηγάζει και ένα άλλο στοιχείο των ταινιών του: η ελευθερία. «Οι Έλληνες της Αμερικής έχουμε τον αέρα της ελευθερίας και της δημιουργικότητας.»
Εδώ τίθεται ένα θέμα: Γιατί να μεγαλουργούν οι Έλληνες του εξωτερικού; «Οι συνθήκες στο εξωτερικό είναι σαφώς καλύτερες και μπορεί να δημιουργήσει κάποιος καλύτερα. Ίσως είναι και θέμα νοοτροπίας και ότι οι Έλληνες είμαστε πιο χαλαροί. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η ιστορία κρατάει τους Έλληνες πίσω στο παρελθόν. Όταν ελευθερώνεσαι από την ιστορία ανοίγει ένα νέο πεδίο μπροστά στο μέλλον. Ίσως είναι ένα κλισέ οι Έλληνες να βλέπουν το παρελθόν και όχι το μέλλον. Οι Αμερικανοί πηγαίνουν μπροστά γιατί βλέπουν το μέλλον ενώ οι Έλληνες βλέπουν το παρελθόν.» Η ιστορία, ειδικά όταν τη διαθέτεις, θα έπρεπε να είναι η βάση για νέα λαμπρά δημιουργήματα και όχι μια δικαιολογία, που συχνά λειτουργεί εφησυχαστικά.
Η άνθιση βρίσκεται συνήθως στα χέρια των νέων για τους οποίους έχει και μία ¨συμβουλή¨: «Πιστεύω ότι οι νέοι πρέπει να δοκιμάζουν και να επιμένουν σε αυτό που θέλουν να κάνουν. Αυτό έκανα. Nα προσθέσω επίσης ότι οι νέοι δεν πρέπει να λένε όχι στις ευκαιρίες που τους ανοίγονται και να δοκιμάζουν για να βρουν αυτό που τελικά τους ταιριάζει.»
Με τον φακό του ¨άθελά¨ του έδειξε πως η Αμερική δεν έχει μείνει ανέγγιχτη από αυτό το τελικά παγκόσμιο φαινόμενο της κρίσης. «Όταν ανοίγεις την κάμερα και καταγράφεις τον κόσμο σε μία συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, η ίδια η ζωή συμπληρώνει την εικόνα. Όταν το βλέμμα και ο φακός σου πέφτει στην Αμερική του σήμερα, ειδικά στα ξεχασμένα ενδιάμεσα κομμάτια της, η αύρα της κρίσης διακατέχει την ταινία σου. Ειδικά όταν τη γυρίζεις σε ασπρόμαυρο φιλμ. Η ταινία μοιάζει να καταγράφει και να συμβολίζει την Νέα Οικονομική Ύφεση. Κι αυτό μου φάνηκε ιδιαίτερα ενδιαφέρον. Γιατί, ενώ δεν ήταν ούτε στις δικές μου προθέσεις, συνειδητοποίησα ότι κινηματογραφικά δεν έχουμε αποτυπώσει αυτή τη νέα φτώχεια της Αμερικής – τουλάχιστον στο mainstream σινεμά. Μάλλον την αποφεύγουμε. Δεν είναι φωτογενής η φτώχεια.»
Ο κόσμος γύρισε κάποια χρόνια πίσω... «Πιστεύω ότι ο κόσμος σήμερα αναβιώνει τις συνθήκες της Γερμανίας της δεκαετίας του ’20. Φτώχεια, ανεργία, ανασφάλεια, αβεβαιότητα. Ο φασισμός έχει σηκώσει κεφάλι γιατί έχει έδαφος να αναπτυχθεί… Προφανώς, πρόκειται για μια κοινότοπη παρατήρηση. Όπως και ότι προβάλλονται όλα τα δεινά πάνω στον ξένο. Δείχνουμε διαρκώς τον ξένο, τον μετανάστη. ¨Εσύ φταις¨, του λέμε. Χάος. Μόνο μια στιβαρή κεντρική εξουσία μπορεί να δώσει λύση.»
Ως άνθρωπος ασχολείται με διαφορετικά θέματα και ξεχωρίζει τη θετική από την ¨αρνητική¨ απασχόληση. «Κακή είναι όταν σε αποκόβει από την αλήθεια της ζωής. Πρέπει να ηρεμήσεις, να διαλογιστείς, για να βρεις τον εαυτό σου. Όταν το μυαλό λειτουργεί ακατάπαυστα σημαίνει ότι το ¨εγώ¨ δεν ησυχάζει. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να καθίσουν σε μια καρέκλα για είκοσι λεπτά. Γι’ αυτό αγαπάω τα οικογενειακά τραπέζια στην Ελλάδα. Κρατάνε ώρες!»
Ως θεατής αγαπά τις ταινίες, γιατί τον ταξιδεύουν. «Οι ταινίες για εμένα είναι σαν ένα μαγικό χαλί που με ταξιδεύει σε μέρη και σε συναισθηματικούς κόσμους που διαφορετικά δεν θα είχα γνωρίσει ποτέ. Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους μας αρέσει το σινεμά είναι επειδή μεταφέρει εμπειρίες και διότι μέσα από αυτό μπορούμε να μεταφερθούμε σε άλλα μέρη, άλλες εποχές και να ¨ζήσουμε¨ ή να δούμε διαφορετικούς τρόπους ζωής.»
Ως σκηνοθέτης δίνει έμφαση σε δύο παράγοντες: «Δύο είναι τα σημαντικά στοιχεία στο μοντέρνο, αφηγηματικό σινεμά: το σενάριο και το κάστινγκ. Μετά έχεις την πολυτέλεια να κάνεις και λάθη ως σκηνοθέτης – έβαλες την κάμερα εδώ κι όχι εκεί που έπρεπε; Ποιος στ' αλήθεια νοιάζεται! Αν όμως έχεις ένα δυνατό σενάριο κι έχεις πετύχει το κατάλληλο κάστινγκ, όλα θα πάνε καλά. Τώρα όταν ξεκινάει το γύρισμα, σε κάθε λήψη, σε κάθε σκηνή – μόλις στήσω το πλάνο μου προσπαθώ να ξεχνώ την κάμερα. Συγκεντρώνομαι στους ηθοποιούς. Τους πιστεύω; Μου φαίνονται αληθινοί;»
Κάποιοι άνθρωποι και κάποια στοιχεία τον ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, γεγονός που αποτυπώνεται και στις ταινίες του. «Από νωρίς στη ζωή μου με απασχολούσε πώς είναι να έχεις μεγαλώσει και να μην υπάρχουν πράγματα για τα οποία μετανιώνεις. Ίσως αυτές οι ταινίες είναι ένας τρόπος να σκεφτούμε γύρω από αυτό: πώς να μη μετανιώνουμε. Το ίδιο ερώτημα επανέρχεται διαρκώς: κάνω το σωστό σε αυτόν τον τόσο σύντομο, πραγματικά πολύ σύντομο, χρόνο που βρισκόμαστε στη Γη; Δεν ξέρω τι άλλο να πω. Δεν είμαι κοινωνιολόγος. Συνειδητά ή ασυνείδητα, οι καλοί καλλιτέχνες είναι γιατροί της κοινωνίας. Όχι χειρουργοί. Μπορούν να σου πουν τι δεν πάει καλά. Να κάνουν διάγνωση. Να επιστήσουν την προσοχή σου. Δεν είναι όμως χειρουργοί, δεν κάνουν τομές
Τι ξεχωρίζει, πιο συγκεκριμένα, στην ταινία ¨Οι Απόγονοι¨; «Η καλοσύνη. Τι δύναμη μπορεί να κρύβει μία πράξη καθαρόαιμης καλοσύνης. Το γεγονός ότι αυτό που προσπαθεί να κάνει ο ήρωας είναι να δώσει λίγη αξιοπρέπεια στον ηλικιωμένο πατέρα του. Και για μένα είναι πολύ σημαντικό όταν εμείς, οι γιοί και οι κόρες κάνουμε κάτι τέτοιο για τους γονείς μας: τους δίνουμε πίσω λίγη από την αξιοπρέπεια που χάνουν.»
Όλα αυτά καταλήγουν φυσικά στην αγάπη... «Όπως λέει κι ο Φελίνι στο ¨8 ½¨: μόνο όταν με αποδεχτείς, όπως ακριβώς είμαι, θα μπορέσεις να με αγαπήσεις αληθινά.»
Στην πραγματική ζωή, που ξεπερνά τα όρια και τη φαντασία της οθόνης, πόσοι αγαπάμε άραγε αληθινά;


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου