ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΖΟΥΜΑΣ

Επιμέλεια: Σύλβια Μπενάκη

Η φωνή του είναι πλέον γνώριμη και οικεία. Ηθοποιός, ραδιοφωνικός παραγωγός, βιβλιολάτρης και ταξιδευτής μεταξύ πολλών άλλων. Μπορεί κανείς να χαθεί, καθώς ακούει τις αφηγήσεις του, όχι με την έννοια της δίνης, αλλά της περιπλάνησης σε ιδέες, συγγραφείς κι εικόνες μιας πληγιασμένης κι ολάνθιστης πραγματικότητας.
Εμείς, όπως πάντα, θα τον σκιαγραφήσουμε μέσα από λέξεις συνεντεύξεων που διασχίζουν τον χρόνο. Ακόμη και αν οι συνεντεύξεις είναι κάτι που ίσως βαριέται.«Τις συνεντεύξεις ναι, τις συζητήσεις όχι. Είναι οκ, έχουν δράση. Τα πράγματα εξελίσσονται με αυτές. Μου λες εσύ κάτι, σου λέω κι εγώ κάτι, κάποια στιγμή μπορεί να βυθιστούμε στη σιωπή, χαζεύουμε και λίγο έξω στη βιτρίνα, δεν τρέχει τίποτε. Βαριέμαι πάρα πολύ το εκ βαθέων. Έτσι κατατίθεται η ψυχή; Η κατάθεση ψυχής λένε είναι μεγάλο πράγμα. Και ποιος είπε ότι αυτό το μεγάλο πράγμα δε μπορεί να γίνει τραγούδι ας πούμε;»
Τον χαρακτήρισαν άνθρωπο της νύχτας, ο οποίος μεταμορφώθηκε σε άνθρωπο της μέρας. «Μια χαρά είναι. Μου βγαίνει υπέροχα. Μ’ αρέσει τρομερά η μέρα. Αρκετά με τυφλώνει η σελήνη. Τώρα ήλιος. Μ’ αρέσει η ενέργεια της μέρας.»
Πιο πολύ τον ονομάζουν καλλιτέχνη. Ποιος είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, ο ρόλος του καλλιτέχνη, εκείνου που ίσως καταθέτει την ψυχή; «Ίσως το να μεταλλάσσει τα πράγματα στην προσπάθεια να κάνει τη ζωή πιο υποφερτή. Γιατί πάντα θα υπάρχει κάτι να σε τρώει ή να σε βασανίζει. Υπάρχουν, για παράδειγμα, περίοδοι που μπορείς να είσαι σκυμμένος σε ένα χαρτί και να γράφεις με μανία. Άλλες πάλι να επιδίδεσαι σε ατέρμονες αναζητήσεις, κατά τη διάρκεια της νύχτας, για το ποιος είναι ο σκοπός μας ή το μέλλον του πλανήτη. Και κάποια στιγμή εκεί όπου βασανίζεσαι χωρίς να βρίσκεις τις απαντήσεις, τυγχάνει να ακούσεις κάτι μουσικές εξαίσιες και φωνές, να μαγευτείς από κάτι εξαιρετικό και να πεις ότι “κοίτα να δεις, η ζωή είναι υπέροχη αφού υπάρχει η δημιουργία”. Και αυτό μεταδίδεται τελικά και στους γύρω σου και σε αυτούς που σε βλέπουν και σε ακούνε. Κάπως έτσι γίνεται. Αλλά πάντα υπάρχει μια μελαγχολική διαπίστωση κι ένα μικρό αγκάθι που ακόμη δεν το έχεις ανακαλύψει ως καλλιτέχνης. Αλλά ο πόνος που νιώθεις δεν είναι αναγκαστικά κάτι κακό: είναι ώθηση για το στρίψιμο της βίδας.»
Τον πόνο αυτό είναι που φοβούνται πολλοί. Ακόμη και στη συνάντηση δυο αγνώστων... «Σκηνοθετούσα, λοιπόν, ένα βελούδινο χωρισμό για να μην πληγωθούμε όταν εκπαραθυρώσουμε ο ένας τον άλλο. Αλλά έστω και μεταχρονολογημένο το πένθος και ο πόνος θα σου προκύψει. Κι ύστερα από αυτό, για μια μεγάλη περίοδο με έπιασε η τρέλα της απώλειας. Έτσι, δεν σχετιζόμουν σοβαρά με ανθρώπους. Τελικά, όμως, η ζωή παίζει ωραία παιχνίδια γιατί εμφανίζεται ένα πρόσωπο μπροστά σου και σε κάνει να πιστέψεις ξανά.»
Αλλά ξεχνάμε εύκολα κι ο φόβος παραμένει. Ίσως αλλάζει μορφές. Γίνεται φόβος αποτυχίας, που κρύβεται συχνά σε κάποιο βήμα. Αλλά ποιος εξασφαλίζει στην στασιμότητα τη σωτηρία;  «Ποιος ξέρει, μπορεί όλα αυτά τα χρόνια να περίμενα για να προετοιμάσω το επόμενο λάθος μου. Δεν πειράζει• το πολύ πολύ να σπάσω τα μούτρα μου…»
 Αλλάζουν τελικά, όμως, είτε με φόβο, είτε με θάρρος εποχές και κοινωνίες. Γιατί η ίδια η ζωή είναι μια αλλαγή. Μα πάντα κάποιοι πασχίζουν να την εμποδίσουν. «Κάνουν ότι μπορούν για να κρατήσουν τα πράγματα εκεί που ήταν καθώς τρέμουν στην ιδέα της αλλαγής. Υπάρχει μεγάλος φαλλοκρατισμός. Μου αρέσει πολύ που αβίαστα οδηγούμαστε σε εποχές εξαιρετικών αλλαγών. Θέλω να γνωρίσω καινούργια πράγματα. Βαριέμαι τρομερά τα παλιά. Μέσα στα παλιά συστήματα δεν αντέχει κανείς εκτός κι αν κάνει πολλούς συμβιβασμούς, πολλές υποχωρήσεις και θυσίες. Δε μου αρέσει μια τέτοια κοινωνία και οφείλω να παραδεχτώ ότι μπορεί να είναι μια ουτοπία ότι θα υπάρξει μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι θα είναι χαλαροί, ελεύθεροι, ο καθένας θα έχει την  ιδιαιτερότητα του και τα παιδιά όλου του κόσμου θα είναι και δικά μας παιδιά. Όμως δεν πα να είναι και ουτοπία στη τελική. Οι επαναστάσεις έτσι ξεκινάνε. Μπορεί η δεκαετία του ’60 να μην είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, παρ’ ολ’ αυτά κάτι άλλαξε.»
Τότε αναρωτιέται κανείς αυθόρμητα: επανάσταση τι είναι; «Να κάνεις όσο μπορείς καλύτερα αυτό που κάνεις παρέα με άλλους, με όνειρα και χωρίς μυστικά.»
 Κι ο ίδιος; Επαναστατεί; Αλλάζει; Εμείς θ’ αλλάξουμε; «Κάτσε εκεί να καιροφυλακτείς για καμιά ωραία ανθρώπινη ανατροπή. Δε μιλάμε για αιματοβαμμένες. Τέτοιες είχαμε μπόλικες. Εδώ μιλάμε να γίνει χωρίς να το πάρεις χαμπάρι. Σε μια άλλη διάσταση. Σα να σου κάνει σινιάλο το διαστημόπλοιο. Έλα μαζί για ένα ταξίδι.»
Εσύ τι αποφάσισες; Θα ταξιδέψεις;




0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου