Pelé

Επιμέλεια: Σύλβια Μπενάκη

Τον Οκτώβριο του 1940 γεννήθηκε ένας άνθρωπος που σημάδεψε την ιστορία του ποδοσφαίρου. Οι τίτλοι, τα πρωταθλήματα, η τιμητικές διακρίσεις και τα ρεκόρ που έσπασε, μα πιο πολύ η αγάπη που τρέφει ο κόσμος μέχρι σήμερα για εκείνον το αποδεικνύουν περίτρανα. Γι’ αυτό δε θα αναλωθούμε σε βιογραφικά και στατιστικά στοιχεία, αλλά στον ίδιο τον θρύλο. Στον άνθρωπο.
Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο (Edison Arantes do Nascimento) είναι το πλήρες όνομά του, το οποίο όμως τον εγκατέλειψε, παρά τις αντιδράσεις του, από νωρίς. «Το  Pelé  ήταν το ψευδώνυμό μου από τότε που βρισκόμουν στο σχολείο στο Sao Paolo, δε ξέρω γιατί. Τα παιδιά απλά άρχισαν να με φωνάζουν έτσι κι εγώ θύμωνα μαζί τους, τσακωνόμασταν. Ήμουν πέντε ετών και εξοργισμένος. Δεν καταλάβαινα γιατί με φώναζαν έτσι. Έλεγα: ¨Το όνομά μου είναι Edson!¨. Μου το είχε δώσει ο πατέρας  μου από τον Thomas Edison, που ήταν μεγάλο όνομα τότε. Έτσι τσακωνόμουν με τα παιδιά και νομίζω πως γι’ αυτό έμεινε. Όλοι άρχισαν να με φωνάζουν έτσι για να με ενοχλήσουν. Αλλά τώρα πιστεύω πως ήταν καλό. Είναι ένα εύκολο όνομα με  τέσσερα γράμματα και όλος ο κόσμος έφτασε να το ξέρει. Μάλλον ο Θεός το σκαρφίστηκε.»
Ο ίδιος που του έδωσε και το μεγάλο χάρισμα, κάτι για το οποίο υπερηφανευόταν όταν ήταν παιδί. Αλλά το ταλέντο δεν αρκεί και υπάρχουν πράγματα σημαντικότερα, κάτι που ο πατέρας του φρόντιζε να του θυμίζει. «Χρειάζεται να σέβεσαι τους ανθρώπους, γιατί είναι σημαντικό να είσαι ένας καλός άνθρωπος. Από εδώ και πέρα πρέπει να είσαι αυτό το παράδειγμα
Ίσως εξαιτίας του να τα ξεκίνησε όλα. « Το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο  θυμάμαι ήταν το 1950, όταν ήμουν δέκα ετών. Ο πατέρας μου ήταν ποδοσφαιριστής και γινόταν ένα μεγάλο πάρτι, αλλά όταν έχασε η Βραζιλία από την Ουρουγουάη τον είδα να κλαίει. Ήμουν με όλα τα παιδιά και τον ρώτησα : ¨Γιατί κλαις;¨. Εκείνος απάντησε: ¨Η Βραζιλία έχασε το Παγκόσμιο Κύπελλο.¨ Τότε έκανα ένα αστείο και του είπα: ¨Μην κλαις. Θα κερδίσω το Παγκόσμιο Κύπελλο για σένα.¨ Οχτώ χρόνια αργότερα, το 1958, έπαιζα για τη Βραζιλία και κερδίσαμε το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Σουηδία
Αυτό το Κύπελλο θα το θυμάται πάντα. «Ήμουν δεκαεφτά, αλλά το θυμάμαι πολύ καλά, γιατί είχα ένα καλό Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά και επειδή ήταν η πρώτη φορά που ταξίδεψα έξω από τη Βραζιλία. Μετά από αυτό, θυμάμαι τον τελικό. Ήμουν τόσο ενθουσιασμένος, γιατί είχα παίξει και η Βραζιλία κέρδισε. Ήθελα απεγνωσμένα να το πω στην οικογένειά μου. Ήθελα να τους τηλεφωνήσω, να δω αν το ήξεραν, γιατί τότε υπήρχε μόνο το ράδιο. Έτσι ρώτησα την εφημερίδα και τον άνθρωπο του ραδιοφώνου, πού θα μπορούσα να βρω ένα τηλέφωνο. Ήθελα να πάρω τον πατέρα μου. Αλλά δεν είχαν και έπρεπε να περιμένω μέχρι την επομένη. Θυμάμαι να λέω, ¨Γεια! Πρωταθλητές! Είμαστε Πρωταθλητές!¨ και όλοι οι άλλοι παίκτες ήταν στην ουρά και περίμεναν να καλέσουν σπίτι τους. Σήμερα, αν κάποιος σκοράρει, τρέχει στην κάμερα και λέει, ¨Μαμά, έβαλα γκολ!¨, αλλά τότε ήταν πολύ διαφορετικά.»
Ωστόσο, η πρώτη φορά που ακούμπησε τη μπάλα ήταν στην ηλικία των έξι, στα γενέθλιά του. «Ο πατέρας μου τότε έπαιζε σε μια μικρή πόλη, που λεγόταν Bauru, δίπλα στο Sao Paolo, αλλά ήταν πολύ δύσκολο να έχεις τότε δερμάτινη μπάλα, γιατί ήταν πολύ ακριβή. Στα γενέθλιά μου, ένας από τους συμπαίκτες του πατέρα μου, που λεγόταν Sosa, μου έδωσε μία και ήταν η πρώτη φορά που κλώτσησα αληθινή μπάλα. Πριν από αυτό χρησιμοποιούσαμε κάλτσες γεμάτες με χαρτί ή γκρέιπφρουτ. Ήταν άλλη εποχή. Σήμερα υπάρχουν δερμάτινες, πλαστικές, κάθε είδους και όλοι μπορούν να παίξουν με αληθινή μπάλα. Θυμάμαι αργότερα, στα δώδεκα ή δεκατρία, πηγαίναμε για προπόνηση και στο τέλος, οι παίκτες την δίναμε σε άλλους, γιατί δεν υπήρχαν λεφτά να αγοράσει κανείς μία από μόνος του.»  
Αφού έγινε, όμως, η αρχή, η συνέχεια ήρθε φυσικά. Τόσο που ποτέ ο ίδιος δεν κατάλαβε πως έφτασε στην κορυφή. «Επειδή ο πατέρας μου ήταν ποδοσφαιριστής, όλοι τον ήξεραν. Έτσι στην αρχή ήμουν ο γιος του Dondinho. Όταν έγινα δώδεκα, δεκατρία ή δεκατέσσερα ο κόσμος άρχισε να λέει, ¨Ο γιος του Dondinho είναι καλός παίκτης¨, όχι ¨ο Pele είναι καλός παίκτης¨. Ύστερα, στα δεκαέξι ένας φίλος του, ο Valdemar de Brido, μου έκλεισε δοκιμαστικό στη Santos και στην πρώτη εβδομάδα είπαν, ¨Εντάξει. Θα υπογράψεις και θα μείνεις εδώ¨. Τότε άρχισα να καταλαβαίνω πως ήμουν καλός, γιατί ήταν καλή ομάδα. Φαντάζεστε πως ήταν η ζωή μου μετά. Δεν είχα χρόνο να σκεφτώ, τα είχα καταφέρει. Στα δεκαέξι είχα το πρώτο παιχνίδι και ένα μήνα μετά το ντεμπούτο με κάλεσαν στην Εθνική. Ο πρώτος μου αγώνας ήταν στο Maracana εναντίον της Αργεντινής! Και έβαλα γκολ. Στα δεκαεφτά, επιλέχθηκα για το Παγκόσμιο Κύπελλο και έγινα ο νεώτερος παίκτης που κερδίζει Παγκόσμιο Κύπελλο. Αλλά ποτέ δε σταμάτησα για να πω ¨Είμαι καλός, είμαι ο καλύτερος.¨. Δε σταμάτησα για να με συγκρίνω με άλλους παίκτες. Ο πατέρας μου μου έλεγε: ¨Ο Θεός σου έδωσε ένα δώρο. Δε χρειάζεται να κάνεις κάτι, γιατί είναι δώρο. Αλλά χρειάζεται να είσαι προετοιμασμένος, γιατί αν είσαι σε καλή φόρμα κανείς δε θα μπορεί να σε σταματήσει. Αυτή ήταν η συμβουλή του. Γι’ αυτό όλη μου τη ζωή προσπαθούσα να προετοιμάζομαι.»
Φυσικά χρειαζόταν δουλειά, αφοσίωση και θέληση. «Αυτό ακριβώς εννοούσε ο πατέρας μου. Χρειάζεται να σέβεσαι τους ανθρώπους και να δουλεύεις σκληρά. Και συνήθιζα να προπονούμαι σκληρά. Όταν οι άλλοι παίκτες πήγαιναν στην παραλία μετά την προπόνηση, εγώ έμενα και συνέχιζα να κλωτσάω τη μπάλα. Ένα άλλο πράγμα που έλεγα ήταν πως αν είμαι καλός παίκτης, αν έχω το χάρισμα από τον Θεό, αλλά δεν έχω τη φυσική κατάσταση για να τρέξω στο γήπεδο, τι πάω να κάνω;¨»
Αυτό του δίνει και μια ηρεμία. «Αν μια μέρα φύγω, θα είμαι χαρούμενος, γιατί προσπαθούσα να δίνω τον καλύτερό μου εαυτό. Το άθλημα αυτό μου επέτρεψε να κάνω τόσα πολλά, γιατί είναι το μεγαλύτερο άθλημα στον κόσμο.»
Μεγαλώνοντας με αυτόν τον τρόπο δε θα μπορούσε ποτέ να δεχτεί την αλαζονεία, την υπεροψία ή τον τίτλο του ¨θεού¨ που πολλοί του απέδιδαν. «Είμαστε όλοι άνθρωποι. Χρειάζεται να έχω πίστη πως κάτι μου δίνει δύναμη, να πιστεύω σε κάτι, αλλά στην καριέρα μου είχα πολλές στιγμές που δε μπορούσα να εξηγήσω με τον Θεό. Είχαμε πάει στην Αφρική και σταματήσαμε τον πόλεμο, γιατί οι άνθρωποι ήθελαν να δουν τον Pelé  να παίζει. Σταμάτησαν τον πόλεμο. Μόνο ο Θεός, δεν το εξηγεί αυτό. Δε ξέρω γιατί- είναι αδύνατον να γνωρίζεις γιατί . Όταν το παιχνίδι τελείωσε, συνέχισαν να πολεμούν
Παρά τη μακροχρόνια και γεμάτη επιτυχίες πορεία, δύο στιγμές ξεχωρίζουν. Το πρώτο του Παγκόσμιο Κύπελλο και το τελευταίο. Όπως δηλώνει «Στο πρώτο ήταν όλα ένα πάρτι». Το πρώτο βήμα και η πρώτη επιτυχία. «Ήμουν νέος και ήταν σαν όνειρο για μένα.» Στο τελευταίο, η κατάσταση ήταν διαφορετική. Το 1970, «Όταν ήμουν ήδη ένας πεπειραμένος παίκτης. Τότε, όλη η Βραζιλία είχε πρόβλημα και υπήρχε τεράστια πίεση σε μας για το Κύπελλο. Αλλά ο Θεός μου έδωσε τη δύναμη και κερδίσαμε. Τότε είχα την ευθύνη
Όπως συμβαίνει σε κάθε διαδρομή, δε συνάντησε μόνο επιτυχίες και γιορτές. «Όταν έχεις μια καταστροφή, δεν υπάρχει αιτία, ούτε εξήγηση. Δε μπορείς να έχεις μια απάντηση. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο: ένα κουτί με εκπλήξεις.» Ακριβώς όπως  και η ζωή... «Ποτέ δε ξέρεις τι θα συμβεί.»
Πολλοί θεώρησαν πως  ήταν εκείνος που ¨εφηύρε¨ το ψαλιδάκι, κάτι που δεν επιβεβαιώνει. «Υπήρχε ένας παίκτης στη Βραζιλία νωρίτερα, που λεγόταν Leônidas. Ήταν forward και έπαιζε όπως εγώ. Ήταν ο πρώτος που το έκανε. Όταν ήμουν νέος, προσπάθησα να το κάνω, εξασκήθηκα και έγινα καλός, αλλά δεν ήταν σπάνιο. Στην Βραζιλία όλα τα παιδιά το προσπαθούσαν όταν ήμουν νέος.»
Ποιους παίκτες θα ξεχώριζε ο ίδιος; «Από τα τελευταία χρόνια τον Zidane, ύστερα τον Cruyff και τον Eusébio.  Ο Neymar είναι σπουδαίος παίκτης, αλλά χρειάζεται περισσότερη εμπειρία. Φυσικά ο Messi και ο Ronaldo είναι καλοί. Ο Messi φαίνεται να κερδίζει προς το παρόν γιατί είναι ο καλύτερος παίκτης για σχεδόν δέκα χρόνια. Υπάρχουν πολλοί καλοί παίκτες, αλλά λάμπουν για ένα ή δύο χρόνια και μετά χάνονται. Είναι πιο σημαντικό να έχεις καλό παίκτη για δέκα χρόνια.» Δεν ονομάζει όμως τον καλύτερο. « Δε θα ήθελα να ξεχωρίσω κάποιον, γιατί η εφημερίδα θα πει: ¨Ο Pelé  λέει πως ο ¨Χ¨ είναι ο καλύτερος στον κόσμο¨, κάτι που θα ασκήσει μεγάλη πίεση στον παίκτη.»
Ακολουθώντας τα διδάγματα του πατέρα του πέρασε τη ζωή του στη Σάντος. Γιατί η αξία της μέσα του ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των χρημάτων. Έμεινε εκεί από το 1956 μέχρι το 1974, παρά τις αμέτρητες και δελεαστικές προτάσεις. «Πειράζω τους παίκτες της Βραζιλίας τώρα. Τους βλέπω να φιλούν τη φανέλα τους και να λένε, ¨Αγαπώ τη Manchester.¨ Τον επόμενο χρόνο, φεύγουν και λένε: ¨Αγαπώ τη Roma¨. Δεν αγαπούν την ομάδα, αλλά τα λεφτά. Γι’ αυτό φεύγουν.  Αυτό είναι μια χαρά, αλλά σε κάποιο σημείο πρέπει να αποφασίσεις τι αγαπάς: Την ομάδα ή τα λεφτά;¨»
Για τον επίλογο μια συμβουλή που έδωσε κάποτε σε μια συνέντευξη και απευθυνόταν στον Wayne Rooney. «Είναι δύσκολο να συμβουλεύεις, αλλά έχω ένα πράγμα που μου είπε ο πατέρας μου. ¨Όταν είσαι νέος και πρωτοεμφανίζεσαι, όλοι λένε πως είσαι ο καλύτερος. Αλλά αν αρχίσεις να πιστεύεις πως αυτό είναι αλήθεια, θα χαθείς.¨  Η συμβουλή μου είναι να ξεχνάς, αν οι άνθρωποι πιστεύουν αν είσαι καλός ή όχι. Να είσαι ο εαυτός σου.»
Ό,τι κι αν συμβεί, όποιο όνειρο κι αν αγαπήσεις, ό,τι κι αν χάσεις ή κερδίσεις, να είσαι ο εαυτός σου.


Πηγές: FOX NEWS, The Talks,   FourFourTwo


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου