Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Επιμέλεια: Σύλβια Μπενάκη

Γνωστός μέσα από τα τραγούδια του. Μέρος μιας σταθερής μελωδικής Ελλάδας, που βιώνει τα γεγονότα και την καθημερινότητα με έναν δικό της τρόπο, μακριά από τις φωνές και τα ουρλιαχτά μετατρέποντάς τα σε μουσική. "Ψέλνει" εκείνα που χρειάζεται να ακουστούν, ενώ παράλληλα παρασέρνει σε ένα ταξίδι με πυξίδα τις νότες. Ωστόσο εδώ, με έφεραν οι κουβέντες του. Γυμνές από ήχο, ωστόσο ελκυστικές και στιβαρές, κάποιες ταξιδιάρες. Εκείνες μοιράζομαι σε αυτές εδώ τις γραμμές μαζί σου...
Ας ξεκινήσουμε,λοιπόν, με τη δική του πορεία από τη νεότητα στο σήμερα.«Έχω μια σφραγίδα ματαιότητας μέσα μου, αλλά λιγότερο έντονη από παλιά. Πιστεύω ότι όσο πιο νωρίς βιώσεις την αίσθηση της ματαιότητας, τόσο πιο γρήγορα ωριμάζεις. Εγώ γύρω στα τριάντα βίωσα τη ματαιότητα και την ανυπαρξία μου και περίπου για κάνα μήνα κυκλοφορούσα στον δρόμο σαν ανδρείκελο, δεν με άγγιζε τίποτα, μου φαίνονταν όλα χωρίς νόημα, αλλά σιγά σιγά το ξεπέρασα, η καθημερινότητα με έβαλε πάλι στο λούκι. Μου άφησε κάτι καλό, όμως, όλο αυτό. Η σφραγίδα της ματαιότητας και του θανάτου με έκανε λιγότερο ξεροκέφαλο, έγινα λίγο πιο προσηνής με τους ανθρώπους. »
Τον Θεό δεν τον ένιωσε ποτέ μέχρι σήμερα. «Πιστεύω ότι, αν κάποια στιγμή το ένιωθα, δεν θα μιλούσα ποτέ γι’ αυτό και απορώ πώς υπάρχει αυτή η μισαλλοδοξία ανάμεσα σε ανθρώπους που πιστεύουν στην ύπαρξη κάποιου θεού. Σκέφτομαι ότι είναι τόσο καταλυτικό αυτό αν το νιώσεις, καταρχήν δεν μιλάς για αυτό και προφανώς και δεν αντιπαλεύεσαι άλλους. Αυτό το πράγμα, δηλαδή, που ο καθένας σκοτώνεται για τον δικό του τον θεό, μου φαίνεται αδιανόητο.»
Ο άνθρωπος είναι εκείνος που φοβάται. Ο φοβισμένος άνθρωπος που γίνεται υποχείριο. «Το ανθρώπινο είδος πορεύεται, κατά τη γνώμη μου, από χάος σε χάος. Λειτουργούν υπόγεια ο φόβος και ο τρόμος, κι έρχονται το ποδόσφαιρο, η θρησκεία και η μουσική για να σε βοηθήσουν, αλλά μόνο η μουσική είναι τίμια και αγνή.»
Εξαιτίας αυτής της έλλειψης του Θεού από τη ζωή του για τη δική του σωτηρία, παρατά τη βοή του κόσμου και στρέφεται στην θορυβώδη σιωπή του εσωτερικού "παράλληλου" κόσμου που κουβαλά και στην τέχνη.«Μόνο στον εαυτό μου επιστρέφω. Σίγουρα, η μουσική πολλές φορές με έχει βοηθήσει ώστε να μετατρέψει τη στιγμή και να την κάνει λίγο πιο υποφερτή. Περισσότερο, νομίζω, απ’ όλες τις μορφές της τέχνης. Σε μένα μπορώ να στηριχτώ, όμως, περισσότερο. Δεν έχω και το στήριγμα του Θεού, ας πούμε. Θεωρώ τυχερούς όσους έχουν νιώσει το θρησκευτικό αίσθημα και μπορούν να εναποθέτουν εκεί τις αγωνίες τους.»
Και τι πιστεύει για τη σωτήρια εκείνη τέχνη; «Ό,τι ακούσματα και αν έχει κανείς από μικρός, όταν κάποια στιγμή στη ζωή του συναντήσει την πραγματική τέχνη, αν τη συναντήσει κι έχει την ευαισθησία και τις αισθήσεις να το αντιληφθεί, τότε δεν πρόκειται να το ξεχάσει. Έχει ένα μέτρο σύγκρισης για να ξεφύγει από τα σκουπίδια. Επίσης, η τέχνη έρχεται να στηρίξει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Από εξωτερικούς παράγοντες, από διάφορες μορφές εξουσίας που καταπιέζουν τον άνθρωπο, αλλά και από εσωτερικούς εχθρούς, όπως είναι η αίσθηση της ματαιότητας, το φθαρτό της ζωής. Έρχεται ν’ αναδείξει τα μυστήρια της ζωής. Οι πιο μεγάλες στιγμές της ζωής μας, η γέννηση, ο θάνατος, είναι μυστήρια. Η τέχνη μπορεί να μας στηρίξει στη μοναχικότητα που έχουμε ως ανθρώπινο είδος.» 
Είναι βίωμα και θεραπεία, διαφυγή και πρόκληση. Είναι ελευθερία.«Θεωρώ ότι η τέχνη δεν είναι για κατανόηση. Για την κατανόηση έχουμε καλύτερα εργαλεία, όπως η επιστήμη. Η τέχνη είναι για να βιώνεις. Και μάλιστα, όσο μεγαλύτερο περιθώριο αφήνεις στον δέκτη να βάλει τον εαυτό του μέσα, τόσο πιο λυτρωτική είναι. Ας πούμε, η ορχηστρική μουσική, για μένα, είναι απέραντη. Σου αφήνει πολλά περιθώρια, ο οδηγός που σου δίνεται είναι ελάχιστος, είναι το βασικό συναίσθημα. Είναι μινόρε ματζόρε, κάτι τέτοιο, αλλά από κει και πέρα αφήνεσαι μόνος σου σε αυτήν τη θάλασσα. Βάζοντας λόγια στη μουσική, του δίνεις του άλλου ένα μονοπάτι. Εάν τα λόγια έχουν μέσα κάποια υπερρεαλιστικά στοιχεία και δεν είναι συγκεκριμένα, του αφήνεις μεγαλύτερα περιθώρια και αυτό είναι πιο σημαντικό. Επειδή, προέρχεται από κάτι ασαφές η μουσική δε μπορείς να προσδιορίσεις ακριβώς τι είναι. Αφήνει πάρα πολλά περιθώρια σαν μια αλάνα τεράστια, όπου μπορείς να πας προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.»
Τι γίνεται όμως με τη δική του τέχνη;«Βαριέμαι πολύ έντονα τα τραγούδια μου. Δηλαδή πάνω από δυο-τρεις μέρες συνεχόμενα δε μπορώ να τα τραγουδήσω. Δε ξέρω γιατί γίνεται αυτό. Βλέπω άλλους που ενώ πριν τους βλέπεις και είναι κανονικοί άνθρωποι, πάνω στη σκηνή αλλάζουν... Εγώ αντιθέτως, μπορεί να είμαι και χειρότερα επάνω. Αμφιταλαντεύομαι συνεχώς, αν αυτά που κάνω, αξίζουν ή όχι. Δεν είμαι σίγουρος για αυτό που κάνω.»
Συνεχίζει σε ένα κλίμα μεταξύ αυτογνωσίας και ταπεινότητας. «Πάντως, νιώθω τυχερός γιατί έχω πολλές ανεπάρκειες ως μουσικός. Η φωνή μου είναι χάλια και από σκηνική παρουσία μηδέν. Σαν κούτσουρο είμαι πάνω στη σκηνή. Λάθη; Ειδικά τώρα, με το YouTube, έχω καταστραφεί. Υπάρχουν διάφορα για γέλια και για κλάματα. Παρ’ όλα αυτά, τα τραγούδια μου παλεύουν απέναντι και σε μένα τον ίδιο για να υπάρξουν. Πιστεύω πως μόνα τους τραβάνε την πορεία τους. Εγώ είμαι βαρίδι. Ύστερα σκέφτομαι ότι είμαι και παλαιάς κοπής δημιουργός. Θα φανταζόσουν τον Βαμβακάρη να χοροπηδάει στη σκηνή; Και από την άλλη, νιώθω πως τα κομμάτια μου δεν είναι απόλυτα δικά μου, για να έχω τον εγωισμό του δημιουργού - με την έννοια ότι μπορεί να μου δόθηκε κάποιο χάρισμα και να συλλέγω από το συλλογικό ασυνείδητο κομματάκια τα οποία έχουν δημιουργηθεί απ’ όλη την πορεία του ανθρώπινου είδους. Γιατί το συλλογικό ασυνείδητο μας ενώνει όλους, είναι το κοινό υπόβαθρο που έχουμε. Όπως τα νησιά, που φαίνονται ότι είναι μόνα τους, αλλά, αν κοιτάξεις τη θάλασσα από κάτω, έχουν κοινό υπόστρωμα, έτσι, κατά κάποιον τρόπο, κι εμείς συνδεόμαστε μεταξύ μας με το συλλογικό ασυνείδητο. Γι’ αυτό οι μεγάλες στιγμές του ανθρώπινου είδους δεν χάνονται ποτέ. Πριν από δύο χιλιάδες χρόνια μπορεί να συνέβη μια σημαντική στιγμή, ν’ αποθηκεύτηκε κάπου και στην πορεία ν’ αναβλύσει μέσα απ’ τον Θανάση ή κάποιον άλλον.» 
Σχεδόν συνηθισμένο, αλλά πάντα μοναδικά ξεχωριστό, μια τέτοια συζήτηση να καταλήγει στο περιβόητο ζήτημα της έμπνευσης... «Νομίζω ότι είναι κάτι ακαθόριστο. Αλλά δεν είναι μόνο η έμπνευση. Πολύ μεγάλο ρόλο στην τέχνη και τη δημιουργία παίζει η παρατηρητικότητα. Αν μπορέσεις ν’ αναδείξεις αυτό το κάτι, το ασήμαντο, όπου δεν σκαλώνει το βλέμμα κανενός, αυτό σχεδόν από μόνο του είναι τέχνη. Και με τη βοήθεια της έμπνευσης μπορείς να τα πας μια χαρά. Και αυτό το καταλαβαίνεις, ας πούμε, και από το γεγονός πως η μουσική είναι από τα σπάνια είδη όπου μπορεί να ευδοκιμήσει κι ένα παιδί που δεν έχει ζήσει πράγματα, δεν έχει ανάλογες παραστάσεις. Μπορεί να είναι πέντε χρόνων και να βγάζει εξαιρετικές μουσικές. Είναι ένα μυστήριο, μια φοβερή ανθρώπινη κατάσταση, ανεξήγητη, όπως η ίδια η ζωή.
Δεν έχει όριο η έμπνευση. Ας πούμε, ο τίτλος του τελευταίου μου δίσκου, "Ο ελάχιστος εαυτός", είναι εμπνευσμένος από ένα εκλαϊκευμένο άρθρο ενός νευροχειρούργου που είχα διαβάσει. Χωρίς να καταλάβω πολύ καλά τι εννοούσε, μου φάνηκε πολύ ποιητική ως φράση και πυροδότησε ένα μικρό παραλήρημα στίχων που έχω μέσα στο ένθετο και που με τη σειρά τους με οδήγησαν να γράψω μουσική. Ποτέ δεν ξέρεις από πού θα σου δοθεί η αφορμή για να γράψεις κάτι.»
Όπως η εποχή επιβάλλει, τίθεται το θέμα της κρίσης. «Ένα από τα στοιχεία που μας οδήγησαν στην κρίση είναι η πλεονεξία των τραπεζικών και του χρηματοοικονομικού συστήματος. Η κρίση δεν έχει να κάνει με την πραγματική ουσία και τις ανάγκες του ανθρώπου. Τα πάντα στην οικονομία στηρίζονται στο κέρδος και όχι στον άνθρωπο. Αλλά από εκεί και πέρα για εμάς, εδώ στην Ελλάδα, παίζει ρόλο ότι δεν έχουμε παραγωγή και στηριζόμαστε κυρίως στην παροχή υπηρεσιών. Και τώρα πια, ποιοι θα παρέχουν υπηρεσίες και σε ποιους;»
Μεγάλος λόγος έχει γίνει και για τις θέσεις του περί αναρχισμού και τη σχέση του μαζί του. Ο ίδιος το ξεκαθαρίζει.«Ο αναρχισμός δεν είναι συνυφασμένος με τη βία, όπως πολλοί ημιμαθείς διαστρεβλωτές του άθλιου συστήματος που ζούμε, προσπαθούν να περάσουν, ως μοναδική αλήθεια.
Διαβάζοντας κάποιες φιλοσοφίες, διαπίστωσα ότι ο αναρχισμός είναι από τις πιο ανθρωπιστικές, αυτή που είναι πιο κοντά στον άνθρωπο. Είναι η πιο ποιητική φιλοσοφία, γιατί αυτό που θέλει να πετύχει είναι πιο μεγάλο, πιο άπιαστο. Δεν χρειάζεται ν’ αλλάξει ποσοτικά η κατάσταση, αλλά θα πρέπει να αλλάξει και ο ίδιος ο άνθρωπος για να μπορέσει να προσαρμοστεί σε αυτές τις συνθήκες. Προσωπικά, δεν έχω ζήσει ποτέ αναρχικά. Είμαι μικροαστός στον τρόπο που ζω. Θέλει δύναμη για να το κάνεις αυτό. Όμως, από θεωρητική βάση, με θέλγει ο αναρχισμός. Σε πρακτική βάση, έχω ιδιοκτησία, έχω οικογένεια, παίζω και παίρνω χρήματα γι’ αυτό. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να γίνει. Σίγουρα νησίδες άμεσης δημοκρατίας υπήρχαν και θα υπάρχουν. Και τώρα και στο μέλλον. Αλλά, γενικά, είναι ωραίο που υπάρχει η ιδέα αυτή, ακόμα και ως ουτοπία. Πρόσφατα άκουσα έναν Αργεντίνο ποιητή που έλεγε ότι "η ουτοπία είναι όπως ο ορίζοντας. Προσπαθούμε να τον πλησιάσουμε, αλλά δεν τον φτάνουμε ποτέ. Και στο μεταξύ, τι έχουμε κάνει; Έχουμε προχωρήσει". Το ίδιο κάνει και η ουτοπία για όλους μας. Μπορεί να μην τη φτάνουμε ποτέ, αλλά μας παρακινεί να πάμε προς τα εκεί. Γιατί αν δεν έχεις στο μυαλό σου μία ουτοπία, δεν κάνεις τίποτα.»
Η ανθρώπινη φύση φαίνεται να μην αλλάζει, γεγονός που κρατά τη βία στο προσκήνιο, ενώ σήμερα είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. «Με εξοργίζει η βία των ισχυρών. Κατανοώ τη βία των αδύναμων και καταπιεσμένων αλλά δεν την ενστερνίζομαι. Για δύο βασικούς λόγους. Ο ένας οφείλεται στη φτιαξιά μου. Η ψυχοσύνθεσή μου είναι τέτοια που δεν μ’ έχει οδηγήσει ποτέ στη βία. Συμφωνώ με τον Antonio Porchia: "Αν αγαπάς τον ήλιο που σε φωτίζει, ίσως αγαπάς. Κι αν αγαπάς το έντομο που σε δαγκώνει, αγαπάς." Ο άλλος λόγος είναι ιδεολογικός. Θεωρώ ότι στην προσπάθειά του να πραγματώσει κάποιος την κοινωνία εκείνη όπου δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, δεν θα υπάρχει βία, καταπίεση παρά μόνο αλληλεγγύη και ανθρωπιά, τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει πρέπει να αντικαθρεφτίζουν αυτό που πάει να φτιάξει. Αν θες μια κοινωνία χωρίς βία δεν μπορείς να την πετύχεις χρησιμοποιώντας βία, όσο δικαιολογημένη κι αν φαίνεται. Όταν αντιπαλεύεις τέρατα,υπάρχει ο κίνδυνος να γίνεις-χωρίς ίσως να το καταλάβεις- κι ο ίδιος τέρας. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Ο σκοπός και τα μέσα αγιάζουν το αποτέλεσμα. Κι όπως τα λέει καλύτερα κι ο μεγάλος-κατά τη γνώμη μου- στοχαστής και άνθρωπος Raoul Vaneigem : "Τι απάντηση προτείνει το αντάρτικο; Κάθε φορά που κουβαλά μαζί του την απάντηση, είναι για κακό. Ο θρίαμβος των όπλων οδηγεί πάντοτε σε πικρή ήττα των ανθρώπων. Το βασικό λάθος της ένοπλης πάλης είναι ότι δίνει προτεραιότητα σε έναν στόχο στρατιωτικό έναντι της δημιουργίας μιας ζωής καλύτερης για όλους. Αν πρέπει να διεισδύσεις στο πεδίο του εχθρού για να επιτύχεις τον στόχο σου, τότε έχεις ήδη προδώσει τη βούληση για ζωή υπέρ της βούλησης για δύναμη.”»
Επέλεξα να κλείσω έτσι. Με τις κουβέντες του για τη βία που τρέχει όλο και πιο ελεύθερα στους δρόμους. Γιατί σήμερα τα μέχρι τώρα αυτονόητα κλονίζονται. Εκείνα που με κόπο χτίσαμε στο όνομα του πολιτισμού και του εξευγενισμού μέσα από τον δρόμο της εξέλιξής βρίσκονται μπροστά σε μία πρόκληση. Κάποιοι ζητούν να απελευθερώσουν το θηρίο μας. Στην προσπάθειά μας να τους αντιμετωπίσουμε και να υπερασπιστούμε την ανθρωπιά μας, τι επιλογές θα κάνουμε άραγε;





0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου