Δημήτρης Παπαϊωάννου

Έγινε ευρέως γνωστός από τους Ολυμπιακούς αγώνες. Σπουδές σε Ελλάδα και εξωτερικό και μια σειρά καλλιτεχνικών δημιουργημάτων, ποικίλων ειδών, που ξέρουν να κεντρίζουν το ενδιαφέρον του κοινού. Ο λόγος για τον Δημήτρη Παπαϊωάννου...
Φέτος, παρουσίασε την παράσταση «ΠΡΩΤΗ ΥΛΗ» στο Φεστιβάλ Αθηνών, στην οποία μάλιστα, ύστερα από πολλά χρόνια, συμμετείχε και ο ίδιος. «Είμαι και εγώ μέσα σε αυτή την δύσκολη εποχή, όπου ένα από τα ζητήματα είναι, ποιο είναι το περισσότερο που μπορεί να κάνει κανείς, με τα λιγότερα. Ένα από τα βασικά πράγματα που έχει κανείς –αν το έχει -είναι ο εαυτός του. Δηλαδή αν ξεκινήσει κανείς από το μηδέν για να φτιάξει κάτι. Εγώ έβαλα μέσα τον εαυτό μου, πήγα στην αποθήκη μου και πήρα 3 πράγματα και είπα: "Ωραία, μπορείς να κάνεις τώρα κάτι με αυτά; Χωρίς να προσλάβεις κανέναν, χωρίς να κατασκευάσεις τίποτα;". Από εκεί ξεκίνησε και η δική μου συμμετοχή σε αυτό. Δηλαδή πίσω στη βάση, όπως αναγκαζόμαστε όλοι, πίσω στα βασικά, πίσω στα πράγματα που μπορούν να δημιουργηθούν τζάμπα, με ελάχιστα υλικά. Το θέμα λοιπόν είναι με πόσα λιγότερα μπορεί να παραχθεί η μάξιμουμ μαγεία και ποίηση. Ένα από τα λιγότερα που έχει κανείς είναι ο εαυτός του. Και έτσι έγινε σιγά σιγά η ¨ΠΡΩΤΗ ΥΛΗ¨. Δηλαδή είναι μια άσκηση, για το πόσο ζουμί μπορεί να βγάλει κανείς μόνο από το ταλέντο, αν είναι δυνατόν.»
Ποιος είναι ο άνθρωπος πίσω από τις τόσο ιδιαίτερες παραστάσεις; Ένα παιδί, στα δεκαεφτά του χρόνια έφυγε από το σπίτι του για να δει ποιος είναι. Για να υποστηρίξει αυτό που είναι... «Ήθελα ν’ ασχοληθώ με την τέχνη αδιαπραγμάτευτα και ήθελα να ζήσω την  ερωτική μου ζωή ανενόχλητος. Τίποτα από τα δύο δεν ήταν ανεκτό από το οικογενειακό μου περιβάλλον. Οπότε έπρεπε να ανεξαρτητοποιηθώ, να μπω στο ρίσκο της αυτοσυντήρησης για να μπορέσω ν’ ανακαλύψω τον εαυτό μου.»
Ο στόχος ήταν σαφής. «Να δώσω στη σχολή Καλών Τεχνών και να ζήσω τη ζωή όπως την είχα φανταστεί.» Η ώθηση δόθηκε «Ο Τσαρούχης με στήριξε ηθικά στην απόφαση μου να φύγω από  το σπίτι μου και μου έμαθε ότι η ζωή μέσα στην τέχνη είναι εφικτή.» Το θάρρος το είχε.
Ήρθε, λοιπόν, στην Αθήνα και οι συνθήκες τον υποχρέωσαν να ζήσει λίγο διαφορετικά. Δε βίωνε το ¨Όνειρο¨ που όλοι με μανία κυνηγούν. «Η μεγάλη ανάγκη να ζήσω αληθινά δεν μ’ άφηνε να υπολογίσω ψύχραιμα τα πρακτικά ζητήματα και έτσι έγιναν δευτερεύοντα. Έρχομαι από ένα σπίτι, όχι πλούσιο. Δεν υπήρχε καμία αστική συνήθεια σε μένα εγκατεστημένη έτσι ώστε να φοβάμαι μη χάσω τις ανέσεις μου. Επίσης δεν ήξερα καλά- καλά  τι έκανα, εννοείται δεν είχα κουζίνα,  πλυντήριο, ούτε ψυγείο, ούτε τηλεόραση. Ζούσα σ’ ένα δωμάτιο έτσι.»
Μα η συνθήκες αυτές οδήγησαν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας που χρειάζεται να κουβαλά ένας καλλιτέχνης. «Αναγκαστικά, ήμουν ένας εργαζόμενος φοιτητής. Έτσι και αλλιώς δίπλα από το κύριο ρεύμα το οποίο ακολουθούν οι άνθρωποι, υπάρχουν ρυάκια που για να πας σ’ αυτά σημαίνει ότι είσαι λιγότερο υπνοβάτης. Οπότε η παρέα με ανθρώπους που είναι λιγότερο υπνοβάτες είναι πιο ενδιαφέρουσα: Ψάχνεσαι, ερευνάς, αναζητάς ως καλλιτέχνης αυτό που γενικώς ονομάζουμε αλήθεια. Δεν υποκρίνεσαι στα στερεότυπα της τέχνης και ψάχνεις ν’ ανακαλύψεις κάτι χρήσιμο.» Μακάρι να λοξοδρομούσαν και μερικοί υπνοβάτες...
 Ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, τα κόμικς, με τον σχεδιασμό των σκηνικών, με τα κουστούμια, τον φωτισμό, το μακιγιάζ και φυσικά τον σύγχρονο χορό, μία ¨περιήγηση¨ που έγινε εύκολα για τον ίδιο. «Είχα το ψώνιο να ασχοληθώ με κάτι που έχει σχέση με τη σκηνή. Ο χορός φυσικά με κολάκευε, είναι ευχάριστο να βρεθείς σε κάποια μαθήματα και να σου πουν ότι μπορείς να χορεύεις. Όλους μας κολακεύει αυτό, είναι κάπως σαν τον αθλητισμό. Χώθηκα εκεί μέσα και γρήγορα ανακάλυψα ότι αυτό που φανταζόμουν και σχεδίαζα στα κόμικς μου, μπορούσα να το δημιουργήσω τρισδιάστατο, ζωντανό. Απορροφήθηκα σιγά σιγά. Δεν είναι άρα συνειδητή επιλογή, βρήκα τo κάρμα μου. Δεν είναι ακριβώς μετάβαση τέχνης, είναι ανεύρεση πραγματικής καλλιτεχνικής ταυτότητας. Κάπως έτσι πάει.»
Και βρεθήκαμε στο 2004, στους Ολυμπιακούς αγώνες. «Όχι δεν σκέφτηκα να τα παρατήσω. Σκέφτηκα ότι μπορεί ν’ αποτύχω. Δεν αντιμετώπισα μια τέτοια δυσκολία που να επέτρεπε μια τέτοια υπεροπτική στάση: Και να το έχω αναλάβει και να το παρατήσω. Ήταν μια μεγάλη ευθύνη,  μεγάλα τα benefits και εκκωφαντική η πτώση σε περίπτωση αποτυχίας. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα.»
Ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα και το ίδιο το ταξίδι άξιζε την απόφαση. «Κατά τη διάρκεια της τρίχρονης προετοιμασίας τους, απόλαυσα κατά στιγμές ωραία πράγματα. Για παράδειγμα όταν πήγαμε στο Λιντς στην Αγγλία για να κάνουμε σ’ ένα ανοιχτό χωράφι ένα πείραμα μεγάλων διαστάσεων. Στήσαμε το 1/5 της λίμνης που είχαμε στους Ολυμπιακούς και κρεμάσαμε 4 κομμάτια του κυκλαδικού κεφαλιού και αρχίσαμε να τα κινούμε, βάλαμε τον κύβο και ισορροπήσαμε έναν άνθρωπο επάνω, ανάψαμε μερικά φώτα και τότε, είδα ότι είναι πραγματικά δυνατό να γίνει. Κατάλαβα πόσο πολύ μου άρεσε. Ήμουν μεθυσμένος από συγκίνηση. Μέχρι τότε, δουλεύαμε ενάμιση χρόνο και στην άκρη του μυαλού μου είχα ότι είναι λίγο κουλό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να βγάλουμε ένα γλυπτό μέσα από το νερό, να το σπάσουμε και να κινήσουμε στον αέρα τα  κομμάτια.»
Με το σβήσιμο της δάδας, ο τόπος ερήμωσε, οι φωνές σώπασαν και ό,τι δημιουργήθηκε τότε σώθηκε μόνο από τη μνήμη των ανθρώπων. «Όχι μόνο τη δική μου δουλειά, τίποτα δεν αξιοποίησε αυτή η πολιτεία- αλλά ας μην πιάσουμε αυτή τη γκρίνια γιατί η πολιτεία είμαστε εμείς.»
Ο χρόνος κύλησε κι άλλο. Μπήκαμε στην κρίση και οι κρίσεις προς τους Έλληνες έγιναν διαρκείς με αποτέλεσμα μία αμφιθυμία ανάλογη των προσδοκιών τους... «Γενικά το να αισθανόμαστε περήφανοι όταν οι άλλοι αναγνωρίζουν ότι είμαστε ¨κάποιοι¨ και να αισθανόμαστε ντροπή όταν οι άλλοι αναγνωρίζουν ότι είμαστε λαμόγια σημαίνει  ότι η αυτοεκτίμηση μας είναι απόλυτα εξαρτημένη από την εικόνα που δίνουμε στους άλλους. Καλύτερα να έχουμε το κούτελο μας καθαρό, την αξιοπρέπεια μας, να είμαστε στιβαροί μέσα μας για το τι βήματα διαλέγουμε να κάνουμε, ποιους ανθρώπους ψηφίζουμε και με ποιο τρόπο συμπεριφερόμαστε στο κοινωνικό και πολιτικό μας περιβάλλον και μετά οτιδήποτε πουν οι άλλοι ας σκεφτούμε πως είναι κάπως δευτερεύον.»
Και κάτι διαχρονικό για το κλείσιμο της αυλαίας... «Υπάρχουν πολλές θεωρίες για το τι είναι η ζωή του ανθρώπου. Ας πάρουμε τη χειρότερη όπου λέει: Γεννιέσαι, ζεις, πεθαίνεις, τέλος. Άρα, το τι είναι σημαντικό, αξίζει τον κόπο να το αναρωτηθούμε. Ένα από τα πολύ σημαντικά πράγματα στο σύντομο πέρασμα μας από τη ζωή είναι να είμαστε κοντά στις επιθυμίες μας. Αν δεχτούμε ότι η σεξουαλικότητα του ανθρώπου είναι καθοριστική για την ψυχική και την σωματική του υγεία, είναι σημαντικό να ζούμε σε σχέση μ’ αυτή. Το ότι είμαστε κοινωνικά όντα και ζητάμε την αποδοχή των άλλων είναι σ’ ένα βαθμό καθοριστικό άλλα όχι τόσο ώστε να επιτρέπουμε να  εμποδίζει την  εξέλιξη μας. Οπότε αυτή η μαθηματική εξίσωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρέπει ν’ αποδεχτούμε και να ζήσουμε την σεξουαλικότητα μας όπως και τα άλλα θεμελιώδη  στοιχεία της προσωπικότητάς μας, όπως να κυνηγήσουμε και ν’ ακονίσουμε την φυσική μας κλίση –ακόμα και αν αυτό δεν το κάνουμε επάγγελμα… Δυστυχώς, μόνο στα αστικά κέντρα μπορεί να βρει καταφύγιο και περισσότερη αποδοχή ένα ομοφυλόφιλο παιδί. Όποτε, αν δεν μπορεί να επικοινωνήσει την ομοφυλοφιλία του με τη οικογένεια και το περιβάλλον του και ζει σε μια επαρχιακή πόλη, θα πρέπει αναγκαστικά να ρυθμίσει τη ζωή του έτσι ώστε να βρεθεί σε μια μεγάλη πόλη όπου τα πράγματα είναι πιο ανοιχτά. Η αποδοχή του εαυτού είναι από τα ουσιαστικά πράγματα στη ζωή του ανθρώπου, δεν μπορείς χωρίς αυτό να βρεις χαρά.»


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου