Christoph Waltz-Jamie Foxx

Το ¨Django Unchained¨ ήταν μια ταινία που κατάφερε φέτος να ταρακουνήσει τον κόσμο. Ένας φημισμένος σκηνοθέτης, ένα καταξιωμένο cast και μία δυναμική υπόθεση, ειρωνική και καυστική, οδήγησαν σε μια μεγάλη επιτυχία. Τι ¨ξεστόμισαν¨ οι πρωταγωνιστές, Christoph Waltz και Jamie Foxx;
Ο πρώτος ανατρεπτικά αρνείται να μιλήσει στους δημοσιογράφους για τον ρόλο που υποδύεται. «Πριν από χρόνια ήμουν λίγο συνεσταλμένος σχετικά με αυτό, και αντιδρούσα κάπως νευρικά όταν με ρωτούσαν ¨Θα μπορούσες να μας πεις κάτι σχετικά με τον χαρακτήρα σου;¨ Τώρα με λίγη αυτοπεποίθηση που έρχεται μαζί με τα γκρι γένια, απλώς αρνούμαι κατηγορηματικά. Το βρίσκω απίστευτα αντιπαραγωγικό σε αυτό που κάνω, το να εξηγώ... Γιατί θέλω να δεις τι είναι αυτό που βλέπεις. Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό που κάνω για να ζήσω είναι για να το καταλάβετε εσείς και να το παρακολουθήσετε. Αλλά όταν γίνομαι και εγώ κοινό, όταν πηγαίνουμε στον κινηματογράφο ή στο θέατρο, δεν πηγαίνουμε επειδή θέλουμε αυτή την εκδοχή, αλλά επειδή θέλουμε να αναγνωρίσουμε τι πρέπει να κάνουμε με αυτή την εκδοχή. Εννοώ, λοιπόν, πως αν θες πραγματικά να φτάσεις στο απόσταγμα της ουσίας... Ισχυρίζομαι πως όταν πάμε στο σινεμά, πάμε για να δούμε τους εαυτούς μας. Τώρα, αν σε πιέσω λίγο και πω ¨Όχι, όχι! Δε μπορείς να βλέπεις αυτό που βλέπεις. Πρέπει να δεις αυτό που σου λέω εγώ.¨ Γιατί να το κάνω; Μπορώ να γλιτώσω τον εαυτό μου από αυτό, από το να πηγαίνω στη Νέα Ορλεάνη για εβδομάδες, μέσα στο καλοκαίρι και τον ιδρώτα και τη δουλειά και τα πεσίματα από τα άλογα και άλλα παρόμοια.»
Συμμετείχε στην ταινία, επειδή είχε αναπτύξει μια μικρή φιλία με τον Tarantino από το παρελθόν, αλλά και ένα είδος κατανόησης, κοινού καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος μαζί του. «Νιώθω σα να είμαι τεσσάρων χρονών και να περιμένω το γάλα μου και τα μπισκότα μου. Οπότε με ενδιαφέρουν αυτά που γράφει. Με ενδιαφέρουν αυτά που ο Richard Ford γράφει. Με ενδιαφέρουν αυτά που γράφει ο Jonathan Franzen. Όταν βγαίνει ένα καινούριο βιβλίο ή γίνεται προσβάσιμο σε οποιαδήποτε μορφή το παίρνω και το διαβάζω. Το ίδιο με τον Quentin. Ευτυχώς για μένα έχουμε μια φιλία και συναντιόμαστε περιστασιακά και μου λέει τι σκέφτεται. Διαβάζω και άλλα μικροπράγματα που γράφει. Είχε ξεκινήσει να γράφει κάποια θεωρητικά πράγματα σχετικά με τις ταινίες και spaghetti Western και ιστορικά, oπότε έκανα ότι ένας φίλος θα έκανε, θα ακολουθούσε τις σκέψεις του φίλου του. Σε αυτή την περίπτωση, δεν αναμείχθηκα καθόλου, αλλά προσκλήθηκα για να παρακολουθήσω τη δημιουργία αυτού του πράγματος. Και το έκανα, επειδή ήταν φανταστικά ενδιαφέρον να το βλέπεις πραγματικά να εξελίσσεται, να αλλάζει και να αναπτύσσεται από μια ιδέα σε έναν διανθισμένο, γεμάτο χαρακτήρα και ιστορία. Γιατί αυτό είναι στα αλήθεια το όλο πράγμα, μια ιστορία.»
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου σχετικά με το πώς του φάνηκε να δουλεύει με τον Jamie Foxx και την Kerry Washington, απάντησε με μια ερώτηση. «Γιατί αυτούς του δύο και όχι δύο άλλους;» «Μ’ αρέσουν» αποκρίθηκε εκείνος και η κουβέντα συνεχίστηκε. Με την Kerry δεν είχε όσες σκηνές θα ήθελε. Είχαν όμως μία στην οποία μιλούσαν γερμανικά. Εκείνη τον φόβισε λίγο. Ενώ η Kerry προσαρμόστηκε πολύ εύκολα, ο ίδιος αισθάνθηκε πως δεν ήταν αρκετό. «Αλλά το έκανα συνήθειο να μην πηγαίνω στον Quentin και να λέω ¨δεν είναι αρκετό¨. Συνήθισα να λέω ¨Ε, λοιπόν, μπορεί οι σκέψεις μου να μην είναι αρκετές.¨ Συνήθως, γι’ αυτό ονομάζεται ηθοποιός (actor). Το δουλεύεις την ώρα της δράσης και όχι τόσο στο σπίτι με τις σκέψεις σου. Οπότε όταν τελικά πήγαμε στο γύρισμα  και κάναμε πρόβα… αυτή είναι πραγματικά η ιδιοφυΐα του Quentin. Όταν το κάνουμε ξαφνικά αρχίζει να ανθίζει. Αυτοί οι μικροί κινέζικοι μαγικοί κήποι που είναι απλώς μικρές χάρτινες ταινίες που τις βάζεις μαζί και τις πασπαλίζεις με νερό και τότε ξαφνικά, μαγικά μεταμορφώνονται σε αυτό το υπέροχο μικρό... Σε αυτό αναφέρομαι σε αυτή τη σκηνή.
Με τον Jamie ήταν διαφορετικό, γιατί είχαμε συναντηθεί πολύ νωρίτερα, πιθανότατα τον Ιούνιο πέρυσι, μήνες πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα.  Έτσι μπορούσαμε να ξανασυναντηθούμε και να γνωριστούμε, καθώς ήταν μία ιδιαίτερη σχέση αυτή που έπρεπε να απεικονίσουμε στην ιστορία, κάτι που δε σημαίνει πως πρέπει να το έχεις αυτό, τη μακροχρόνια σχέση στην πραγματικότητα, αλλά βοηθά. Και γιατί όχι; Είναι τόσο απίθανο παιδί, που ήταν τόσο διδακτικό, αφού δε γνώριζα τίποτα για όλο αυτό το ¨λευκός-μαύρος¨ , καθώς δε θα μπορούσε να με ενδιαφέρει λιγότερο. Αλλά αυτό οφείλεται στο γεγονός πως  μεγάλωσα σε μια κουλτούρα που μπορείς να αντέξεις το κόστος του να μη ¨νοιάζεσαι λιγότερο¨. Τώρα, βρισκόμενος εδώ, στην Αμερική, όπου είναι πραγματικά ένα θέμα, έμεινα εμβρόντητος γι’ αυτό, γιατί για μένα δεν είναι. Ο Jamie μπορούσε κάπως να με εισάγει, αρχικά στο όλο πράγμα και δευτερευόντως, ξέρεις, στην συγκεκριμένη προοπτική που από μόνος μου δε θα είχα.»
Δε γνωρίζει αν και κατά πόσο η ταινία, θα αποτελέσει πρόκληση για τις αντιλήψεις του αμερικανικού κοινού σε σχέση με το φυλετικό ζήτημα. «Θα μπορούσα να μαντέψω, αλλά δε μπορώ πραγματικά να κρίνω την έκταση. Οπότε συνειδητά έχω αποφασίσει να μείνω στην άνετη θέση και να λέω πως δε ξέρω, γιατί δε με νοιάζει. Και δε με νοιάζει όχι με την ¨αντιπαθητική¨, ¨ανέγγιχτη¨ έννοια. Για μένα είναι εντός του πεδίου της σκέψης μου. Δεν υπάρχει το ζήτημα και μ’ αρέσει έτσι.»   
Δηλώνει πως για τον ίδιο είναι πιο κοντά το spaghetti Western από το πραγματικό Western, γεωγραφικά, καθώς μεγάλωσε στη Δυτική Ευρώπη, στη δυτική πλευρά του Iron Curtain (Σιδηρούν Παραπέτασμα). Παρά το γεγονός πως το Σιδηρούν Παραπέτασμα ήταν πολύ κοντά στον τόπο που μεγάλωσε, παρέμενε στη δυτική πλευρά και οι άνθρωποι ήταν εκτεθειμένοι στα ¨Marshall Plan¨ και τα ¨post-Marshall Plan¨ περιεχόμενα, άρα δεν ήταν ποτέ φαν των Western. Προτιμά μάλιστα τα spaghetti Western. «Ίσως, αλλά αυτό είναι μια υπόθεση, επειδή μια συγκεκριμένη απόσταση (και αυτό δένει με εκείνο που εννοώ εγώ ¨ζήτημα φυλής¨) από τον πραγματικό πυρήνα του πράγματος είναι ένας καλός τρόπος να έχεις μία άποψη, διστάζω να πω αντικειμενική, γιατί δεν είναι, και αυτή η αντικειμενικότητα μας φέρνει πάλι στην αρχή. Η αντικειμενικότητα είναι αδύνατη. Το κάνουμε για χάρη της υποκειμενικότητάς σας.»
Ο Jamie Foxx απ’ την άλλη εξυμνεί την Kerry Washington και φυσικά τον Tarantino, ο οποίος μέσα σε λίγα λεπτά άλλαξε το τέλος της ταινίας, καθώς το προηγούμενο δε τον ικανοποιούσε. Η ταινία είχε και επικριτές. Και σε αυτούς απαντά πως αν υπάρχουν στοιχεία στο Django που προκαλούν τον εκνευρισμό, «Ας είναι, καθώς αυτός είναι και ο ρόλος τους!»
Θυμάται μία σκηνή που τον συγκλόνισε. Ήταν η σκηνή μαστιγώματος της Kerry Washington. Η ηθοποιός ζήτησε να τη μαστιγώσουν. Φυσικά ήταν μία προσομοίωση μέσα στο στούντιο. Ο Tarantino ήθελε να υπάρχει μουσική ανάμεσα στις λήψεις. Τότε ήταν που είχε ο Jamie την ιδέα να παίξει ένα gospel του Fred Hammond με τον στίχο: ¨No weapons formed against me, shall prosper.' (¨Όπλα που στράφηκαν σε μένα, δε θα ευημερήσουν¨). Ετοιμάζονταν για το μαστίγωμα και ηχεία είχαν στηθεί παντού. Μία μαύρη γυναίκα, από τη Νέα Ορλεάνη, που δεν είχε ξαναβρεθεί σε γύρισμα, γνώριζε το τραγούδι και άρχισε να λικνίζεται πέρα δώθε με ένα παιδί που είχε κοντά της. Και καθώς ο Tarantino τραβούσε, ξαφνικά πετάχτηκε. Νερό είχε πλημμυρίσει τον προσοφθάλμιο (φακό του), επειδή είχε ο ίδιος δακρύσει. «Ήταν κάτι καταπληκτικό και θα το καταλάβετε. Όταν το δείτε στην οθόνη, θα το νιώσετε.»
Γυρίζει σε κάτι πιο προσωπικό.«Ξέρω ανθρώπους σαν τον Stephen. Ξέρω ανθρώπους σαν τον Calvin Candie. Έπαιζα σε ¨ cheese-and-wine¨ πάρτυ για ανθρώπους που μας έλεγαν νέγρους. Αλλά η γιαγιά μου δούλευε σαν οικιακή βοηθός όλη της τη ζωή και με δίδαξε κάποιες αλήθειες. Διδάχθηκα από αυτά τα μαθήματα και τα διδάχθηκα στον Νότο και έκανα καλή δουλειά με αυτό επίσης. Οπότε τώρα, όταν πηγαίνω πίσω στο Terrell, οι άνθρωποι βγαίνουν έξω. ¨Το αγόρι της μικρής πόλης που τα κατάφερε καλά.¨»
Το αληθινό του όνομα είναι Eric Bishop και με αυτό τον φωνάζει η αδελφή του. Το άλλο ήταν απλώς το ¨εισιτήριο¨. «Και ακόμη με το Django θα είναι χαρούμενη όταν όλα ηρεμήσουν. ¨Όταν θα επιστρέψεις στο να είσαι εσύ.¨ Και αυτό είναι αναζωογονητικό, ξέρεις. Δεν παρασύρεται ποτέ από την επιτυχία ή την απουσία της.»
Όπως ομολογεί στην Αμερική, καθώς θυμάται τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, τότε που ήταν stand up comedian,  για έναν Αφροαμερικανό ο πήχης είναι ψηλότερα. « Πρέπει να παίζουν σα νικητές  Όσκαρ, να προσποιούνται τους λευκούς για να επιβιώσουν τη μέρα εργασίας. Ως μαύρος Αμερικανός , όταν φεύγεις από το σπίτι αναλαμβάνεις έναν ρόλο. Στο σπίτι μου είμαι extra μαύρος. Αλλά αυτό είναι πολύ για το γραφείο και πρέπει να κατεβάσεις τον τόνο. Γυρίζεις στο σπίτι και είσαι κουρασμένος: ¨Έπρεπε να είμαι λευκός για οχτώ ώρες σήμερα.¨  Άλλος λέει: ¨Αυτό είναι τίποτα! Έπρεπε να είμαι λευκός για δώδεκα ώρες. Ήμουν σε επαγγελματικό δείπνο!¨ Είναι σαν αστείο, αλλά υπάρχει και αλήθεια σε αυτό. Προκειμένου να ταξιδέψεις πρέπει να το συγκρατήσεις λίγο. Αυτό είναι το μάθημα που μαθαίνουμε.» Ο δημοσιογράφος δυσκολεύεται να τον πιστέψει. Θεωρεί πως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Μα λαμβάνει μία χαμογελαστή απάντηση.
«Όχι τόσο πολύ, ίσως όχι τόσο πολύ. Εκεί πηγαίνουμε. Ο κόσμος εξελίσσεται.»








0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου