Μαρία Κάλλας

Επιμέλεια: Σύλβια Μπενάκη
Πριν από λίγες μέρες ο κόσμος που κατέκτησε με τη φωνή και το μεγαλείο της την τίμησε ξανά γιορτάζοντας τα ενενηκοστά της γενέθλια. Απασχολούσε πάντα με το ταλέντο, την προσωπικότητα, με τη ζωή της. Μπήκε στις πιο φημισμένες αίθουσες και τις πλημμύρισε με το χάρισμά της. Οι δίσκοι της στολίζουν μέχρι και σήμερα, ντουλάπια και βιβλιοθήκες, ράφια εμφανή και κρυμμένα σε κάθε γωνιά σχεδόν του πλανήτη. Κανείς δε την ξέχασε. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; 
Τα εγκώμια που υφάνθηκαν για εκείνη ήταν ένα μυστήριο, κάτι περίεργο και άβολο. 
«Είναι πολύ παράξενο συναίσθημα να είμαι ζωντανός μύθος, ενώ βρίσκομαι ακόμη στη γη. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φωνή μου, αποφάσιζαν να με θεωρούν αθάνατη μετά το θάνατό μου. Αν γινόταν αυτό θα καθόμουν πάνω σε κάποιο σύννεφο, θα κοίταζα κάτω και θα απολάμβανα το θέαμα αντί να κάθομαι και να ανησυχώ αν θα καταφέρω να βγάλω τις ψηλές μου νότες.»
Η διασημότητα έστεκε πάντα απειλητική στα δικά της μάτια. «Η διασημότητα είναι ένα μπούμερανγκ, και κάθε καλλιτέχνης που θέλει να μείνει πιστός στον εαυτό του και την τέχνη του αισθάνεται εξαιρετικά ευάλωτος. Έτσι, η ουσιώδης συνθήκη για να προσεγγίσει η καλλιτεχνική δημιουργία την τελειότητα -και μιλώ για την ελευθερία του πνεύματος - είναι και η πιο δύσκολη να επιτευχθεί.»
Παρά τα φώτα και τους ύμνους, τα πλήθη που υποκλίνονταν, παρέμενε αστραφτερή και παράλληλα απλή. «Λένε ότι είμαι θαύμα. Μη τους πιστεύετε. Εγώ δε μπορώ να κάνω άλλο, παρά να τραγουδήσω. Γιατί μέσα στο αγαπητό σας μυαλό, ποιος ξέρει τι θέλετε από μένα. Κι αυτό εμένα με φοβίζει. Έχω αισθήματα, είμαι ζωντανή. Δεχτείτε ό,τι είμαι με χαρά. Μην περιμένετε ένα θαύμα. Δε ξέρω πώς να σας ικανοποιήσω.»
Επικρίθηκε, λατρεύτηκε, φοβήθηκε. Πρώτα ήταν οι κριτικοί. «Ο μηχανισμός του τραγουδιού, όπως εγώ προσωπικά τον αντιλαμβάνομαι, κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση είναι. Γι' αυτό θα ήθελες να σου δείχνουν περισσότερη κατανόηση. Αλλά, στην πλειονότητα τους οι κριτικοί θέλουν να είναι όλα τέλεια, τελειότητα όμως δεν υπάρχει. Θα έπρεπε να έχουν συνεχώς υπόψη τους ότι, σε μια παράσταση όπερας, ορισμένα μέρη μπορεί να είναι περισσότερο επιτυχημένα από άλλα. Και ότι από τη μια βραδιά στην άλλη τα πράγματα ποικίλλουν. Μπορεί να μη σε ικανοποίησε, να σε έκανε ακόμη και δυστυχισμένη ο τρόπος που μόλις τραγούδησες μια φράση. Σκέφτεσαι: "Θα ήθελα να πεθάνω. Θέλω να φύγω, δεν θέλω πια να τραγουδήσω" - κι΄αμέσως επηρεάζεται η επόμενη φάση. Αυτή είναι η ψυχολογική διάσταση ενός ανθρώπινου διλήμματος που σε ωθεί να αναζητείς συνεχώς την τελειότητα ενώ είναι αδύνατον να την κατακτήσεις. Όταν όλα πηγαίνουν θαυμάσια στη δουλειά, η ζωή σου φαίνεται υπέροχη, διαφορετικά είναι μαρτύριο.»
Ύστερα ήταν το κοινό...«Το πιο θαυμάσιο πράγμα για έναν καλλιτέχνη είναι η αίσθηση ότι το κοινό είναι έτοιμο να του προσφέρει τη συμπάθεια του για να δώσει τον καλύτερο εαυτό του. Μου έχει τύχει να βγω στη σκηνή και να νιώσω ότι το κοινό δεν μου δίνει αμέσως τη συμπάθειά του. Τότε παραλύω. Ο λαιμός μου κλείνει. Οι τόνοι, οι ήχοι είναι εκεί, αλλά κάθε εμπιστοσύνη προς τον εαυτό μου έχει εξαφανιστεί. Τότε αισθάνομαι ηττημένη».
Ο εαυτός της ήταν πάντα ο πιο αυστηρός κριτής...
«Προσπαθώ πάντοτε να είμαι αντικειμενική με τον εαυτό μου και με τη δουλειά μου. Μπορώ να σας πω, με κάθε εντιμότητα πιστεύω, ότι είμαι η πιο αυστηρή από τους κριτικούς μου. Άλλωστε, όσο περνούν τα χρόνια, γίνεσαι περισσότερο απαιτητικός. Όταν είσαι νέος και βρίσκεσαι στο κατώφλι μιας καριέρας, εμπιστεύεσαι απόλυτα τον εαυτό σου ότι είσαι ικανός να αναλάβεις και το δυσκολότερο έργο και να το φέρεις σε πέρας με θαυμαστό τρόπο. Αλλά, μέσα στον κόσμο όπου ζω, ανακάλυψα ότι όσο περισσότερα μαθαίνεις τόσο συνειδητοποιείς πόσο λίγα ξέρεις. Αν αγαπάς αληθινά τη μουσική, δεν μπορείς παρά να σταθείς ταπεινά απέναντι στις απέραντες δυνατότητές της και να παραδεχθείς ότι οι περιορισμένες δυνάμεις σου θα σε εμποδίζουν πάντα να την υπηρετείς με τον τρόπο που θα ήθελες - κι ας σημαίνει αυτό, ίσως, ότι ποτέ δεν θα γνωρίσεις μια σταθερή και διαρκή ευτυχία.»
Ήταν αυτός που τη βασάνιζε.«Μου έχει συμβεί κάποτε να γυρίσω σπίτι ύστερα από μια παράσταση και - ενώ είχα καταχειροκροτηθεί - να αρχίσω να κλαίω πικρά γιατί δεν είχα κατορθώσει, το ήξερα, να υπηρετήσω τις προθέσεις του συνθέτη έτσι όπως τις ένιωθα. Ίσως να είχα κάνει μερικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά αυτά τα βήματα με έκαναν να συνειδητοποιήσω πόσο πιο μακριά πρέπει κανείς να πάει.»
Ακόμη και η αυστηρότητα που έδειχνε ορισμένες φορές ήταν ένα ζήτημα εσωτερικό.
«Όταν την ώρα που δουλεύω με κοιτάζουν, αισθάνομαι μεγάλη δειλία, η οποία εξωτερικεύεται ως δυσαρέσκεια. Ειδικά στις πρόβες, δεν μπορώ να ανεχθώ την παρουσία ξένων - άσχετων προσώπων. Αισθάνομαι φυλακισμένη. Υποθέτω - και πρέπει να το παραδεχθώ - ότι απλούστατα δεν έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Αυτή είναι η ουσία του χαρακτήρα μου.»
Όλα αυτά ήταν μονάχα φιοριτούρες. Η ουσία της κρυβόταν στη μουσική. Ήταν αυτή το σπίτι της, το καταφύγιό της. 
«Για μένα η μουσική είναι το ωραιότερο πράγμα στον κόσμο κι όταν κατορθώνεις να υπερβείς ορισμένες δυσκολίες με ένα τόσο εύθραυστο όργανο, όπως η φωνή, νιώθεις μια ικανοποίηση τόσο πηγαία, που μοιάζει να αναδύεται μέσα από την ψυχή σου.»
Ήταν στα έργα που έβρισκε την ηρεμία της. Η βοή σώπαινε, τα πλήθη καταλάγιαζαν, οι δικές της φωνές σιωπούσαν. «Όποτε ερμηνεύω τη Νόρμα είμαι ευτυχισμένη. Είναι ο αγαπημένος μου ρόλος. Νομίζω ότι της μοιάζω. Είναι πολύ υπερήφανη για να δείξει τα πραγματικά της αισθήματα, αλλά στο τέλος υποκύπτει. Μια γυναίκα που δεν αισθάνεται κακία ούτε νιώθει αδικημένη από δυσμενείς καταστάσεις τις οποίες, εν τέλει, έχει προκαλέσει η ίδια.»
Τόσα λίγα για μια ύπαρξη τόσο μεγάλη. Για μια φωνή που προκαλεί μέχρι σήμερα τον ίδιο ενθουσιασμό, τα ίδια αδάμαστα συναισθήματα και κινήσεις της ψυχής, που παρασέρνει σε ταξίδια άγνωστα. Αυθεντική, γοητευτική, απλή. Ίσως σήμερα να αγναντεύει ξέγνοιαστη από ψηλά. Να βλέπει πως τελικά έμεινε στ' αλήθεια αθάνατη.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου