Πριγκιπισσα Νταϊανα (1995)

                                                                                                Επιμέλεια: Ιωάννα Μπίθα
                                                                                                 www.synenteuxis.gr


Η Νταϊάνα Σπένσερ (1 Ιουλίου 1961 – 31 Αυγούστοι 1997) ήταν γόνος μιας αριστοκρατικής βρετανικής οικογένειας η οποία στην ηλικία των 19 ετών πήρε τον τίτλο της πριγκίπισσας της Ουαλίας εισερχόμενη στη βασιλική οικογένεια. Σύντομα κέρδισε τις εντυπώσεις αλλά και τις καρδιές των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο με την παραμυθένια, βασιλική ζωή που ζούσε και το μεγάλο ανθρωπιστικό της έργο. Ωστόσο, το παραμύθι αυτό δεν είχε το επιθυμητό ευτυχισμένο τέλος που όλοι θα περίμεναν καθώς έληξε άδοξα με ένα πρωτόγνωρο για τα βασιλικά δεδομένα διαζύγιο και ένα αναπάντεχο θανάσιμο ατύχημα. 
   Η παρακάτω αποκαλυπτική συνέντευξη είχε δοθεί στο BBC το Νοέμβριο του 1995 λίγο μετά τη γνωστοποίηση του χωρισμού της από τον πρίγκιπα της Ουαλίας, Κάρολο, προκαλώντας μια θύελλα αντιδράσεων. 
 

   Το παραμύθι της Νταϊάνα ξεκίνησε όταν εκείνη ήταν πολύ μικρή: «Στην ηλικία των 19 ετών πάντα πιστεύεις ότι είσαι προετοιμασμένος για όλα, και νομίζεις ότι έχεις τη γνώση για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Ένιωθα πως είχα την υποστήριξη του μελλοντικού μου συζύγου. Όσον αφορά το ενδεχόμενο να γινόμουν κάποτε βασίλισσα, αυτό δεν το είχα καθόλου στο μυαλό μου όταν παντρεύτηκα τον άντρα μου. Ήταν ένα πολύ μακρινό ενδεχόμενο». Ο γάμος με έναν πρίγκιπα ήταν ιδιαίτερα δύσκολος : «Ήταν ένα παραμύθι που όλοι ήθελαν να πάει καλά. Υπήρχε απομόνωση βέβαια, αλλά ήταν μια κατάσταση όπου δεν γινόταν να λυπάσαι για τον εαυτό σου. Μπορούσες είτε να βουλιάξεις, είτε να κολυμπήσεις και έπρεπε να μάθεις να το κάνεις πολύ γρήγορα».
    Σύντομα είδε τον εαυτό της να γίνεται πρωτοσέλιδο και να σχολιάζεται εκτενώς στα ΜΜΕ, πράγμα που δυσκολευόταν να το καταλάβει για αρκετό καιρό: « Υπέθετα πως συνέβαινε επειδή ο υπέροχος σύζυγός μου έκανε θαυμάσια δουλειά που οδήγησε στο γάμο και τη σχέση μας. Όμως αργότερα, μετά από μερικά χρόνια, αρχίζεις να βλέπεις τον εαυτό σου να γίνεται ένα καλό προϊόν το οποίο εμφανίζεται στα ράφια και πουλάει. Οι άνθρωποι βγάζουν πολλά χρήματα από εσένα». Οι παπαράτσι έγιναν μόνιμο στοιχείο της καθημερινότητάς τους, δυσκολεύοντας τη ζωή και τη σχέση του πριγκιπικού ζεύγους: «Ο άντρας μου κι εγώ έπρεπε να είμαστε πολύ προσεκτικοί σε όλα επειδή δεν θέλαμε να απογοητεύσουμε τον κόσμο. Όμως, υπήρχε πολύ μεγάλη περιέργεια σχετικά με το τι γινόταν στο σπίτι μας. Τα ΜΜΕ γοητεύονταν απόλυτα από ό,τι κάναμε. Μου ήταν δύσκολο να σηκώσω αυτό το φορτίο επειδή πάντα με έβαζαν μπροστά, σχολιάζοντας τα ρούχα μου, τα όσα έλεγα, το πώς έφτιαχνα τα μαλλιά μου, τα πάντα. Αρκετά βαρετά θέματα, τα οποία με την πάροδο των χρόνων εξαντλήθηκαν. Στην πραγματικότητα, αυτό που θέλαμε όμως ήταν να υποστηριχθεί το έργο μας ως ομάδα».
  Μολονότι εισέπραττε την αγάπη του κόσμου, η ίδια δεν αισθανόταν αντίστοιχη υποστήριξη από τα ΜΜΕ: «Για ό,τι καλό έκανα, δεν έλεγε κανείς τίποτα, ποτέ δεν έλεγαν «μπράβο» ή πως ήταν καλό. Αν όμως έκανα κάτι λάθος, που αναπόφευκτα έκανα καθώς όλο αυτό ήταν καινούργιο για εμένα, με κατέκριναν αμέσως».
     Ειδικά μετά την ανακοίνωση του χωρισμού τους η ίδια είδε τη ζωή της να αλλάζει μέσα σε μια νύχτα: «Πλέον ήμουν η χωρισμένη σύζυγος του Πρίγκιπα της Ουαλίας. Ήμουν πρόβλημα. Ήμουν μια ευθύνη. Και πώς θα έπρεπε να με αντιμετωπίσουν; Αυτό δεν είχε ξανασυμβεί. Άλλαξαν όλα αφότου χωρίσαμε, και η ζωή έγινε πολύ δύσκολη για εμένα».  Η μανιακή καταδίωξη από τους δημοσιογράφους, όπως είναι λογικό,  την εξάντλησε και την οδήγησε στο να πάρει την απόφαση να αποσυρθεί για λίγο από την ανθρωπιστική της δράση: «Η πίεση ήταν αφόρητη τότε και η δουλειά μου επηρεαζόταν. Ήθελα να δώσω το 110% των δυνατοτήτων μου και τελικά έδινα το 50%. Ήμουν συνεχώς κουρασμένη, εξαντλημένη επειδή η πίεση ήταν απλά..ήταν τόσο σκληρή. Οπότε σκέφτηκα πως ο μόνος τρόπος ήταν να σταθώ στο ύψος μου και να βγάλω ένα λόγο και να αποσυρθώ πριν αρχίσω να απογοητεύω και να μην μπορώ να εκπληρώνω τα καθήκοντά μου. Ήταν δική μου απόφαση να βγάλω εκείνο το λόγο, διότι το χρωστούσα στον κόσμο να πω ’’Σας ευχαριστώ. Θα απομακρυνθώ για λίγο, όμως θα επιστρέψω΄΄». 
   Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα η Νταϊάνα τελικά πραγματοποίησε την υπόσχεσή της, επιστρέφοντας και  ξαφνιάζοντας για άλλη μια φορά τον κόσμο, ακόμη κι όσους έδειχναν να στεναχωριούνται από την απουσία της: «Η εκστρατεία εναντίον μου σε εκείνο το σημείο ήταν τόσο επιτυχημένη όμως οι άνθρωποι ξαφνιάστηκαν όταν επανήλθα. Δεν το περίμεναν. Και είμαι μεγάλος υποστηρικτής του ότι πρέπει πάντα να μπερδεύεις τον εχθρό. (...) Ο εχθρός μου ήταν το επιτελείο του συζύγου μου, επειδή πάντα λάμβανα μεγαλύτερη δημοσιότητα και η δουλειά μου συζητιούνταν περισσότερο από τη δική του. Από αυτή την άποψη, το καταλαβαίνω, όμως πάντα έκανα καλά πράγματα και θέλω να κάνω καλά πράγματα. Ποτέ δεν θα πλήγωνα κανέναν. Ποτέ δεν θα απογοήτευα κανέναν». 
    Όταν η κουβέντα μετατοπίστηκε στο χωρισμό δήλωσε απερίφραστα πως ήταν κάτι το οποίο δεν το ήθελε γιατί και η ίδια προερχόταν από μια διαζευγμένη οικογένεια και δεν ήθελε να επαναληφθεί κάτι τέτοιο και στο δικό της γάμο: «Προσπαθήσαμε πολύ να σώσουμε το γάμο μας, όμως δεν τα καταφέραμε. Κατά κάποιο τρόπο, υποθέτω πως ήταν μια ανακούφιση και για τους δυο μας το γεγονός ότι αποφασίσαμε τελικά (να χωρίσουμε). Όμως ήταν ο άντρας μου εκείνος που αποφάσισε να μου ζητήσει να χωρίσουμε και εγώ συμφώνησα. Υπήρχαν τρεις σε αυτό το γάμο, οπότε υποθέτω πως ήταν λίγο συνωστισμένος. Γνώριζα για την εξωσυζυγική του σχέση όμως δεν ήμουν σε θέση να κάνω κάτι γι’αυτό. (...) Αναλαμβάνω ένα μέρος της ευθύνης για την κατάληξη του γάμου μας. Αναλαμβάνω όμως το μισό φταίξιμο και όχι περισσότερο από το μισό καθώς χρειάζονται δυο άτομα για να δημιουργηθεί μια κατάσταση. (...) Δεν κάθομαι εδώ με δυσαρέσκεια. Κάθομαι εδώ με θλίψη επειδή ο γάμος μου απέτυχε και δεν σώθηκε. Κάθομαι εδώ με ελπίδα γιατί υπάρχει το μέλλον μπροστά, το μέλλον  του συζύγου μου, το μέλλον το δικό μου και το μέλλον της μοναρχίας».
     Η ίδια επιθυμούσε ένα είδος μοναρχίας το οποίο να έχει μεγαλύτερη επαφή με τον κόσμο: «Νομίζω πως η μεγαλύτερη ασθένεια από την οποία πάσχει ο κόσμος σήμερα είναι το αίσθημα ότι δεν τους αγαπούν. Και ξέρω πως μπορώ να δώσω αυτή την αγάπη για ένα λεπτό, για μισή ώρα, για μια μέρα, για έναν μήνα. Μπορώ να δώσω και χαίρομαι να το κάνω και θέλω να δίνω. (...) Θα ήθελα να γίνω βασίλισσα στις καρδιές των ανθρώπων, αλλά δεν με βλέπω σαν βασίλισσα αυτής της χώρας. Οδηγούμαι από την καρδιά μου, και όχι από το μυαλό μου. Κι αν αυτό με έβαλε σε μπελάδες  στη δουλειά μου, το καταλαβαίνω. (...) Θέλω να διαβεβαιώσω όλους εκείνους τους ανθρώπους που με έχουν αγαπήσει και με στήριξαν  τα τελευταία 15 χρόνια πως δεν πρόκειται ποτέ να τους απογοητεύσω. Είναι η προτεραιότητά μου, μαζί με τα παιδιά μου».
   Σχετικά με το αν το φύλο της είχε να κάνει με τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, εκείνη απάντησε χαρακτηριστικά: «Νομίζω πως κάθε δυνατή γυναίκα στην ιστορία έπρεπε να βαδίσει μια παρόμοια πορεία. Και πιστεύω πως η δύναμη είναι που προκαλεί το φόβο και τη σύγχυση. ΄΄Γιατί να είναι δυνατή; Από πού αντλεί τη δύναμη αυτή; Πού την διοχετεύει;΄΄», ενώ ,τελικά, κατέληξε στο ότι: «Δυστυχώς για κάποιους, είμαι ένα ελεύθερο πνεύμα».


Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ





0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου